Τα γεγονότα στη Γλύνα τέλη 1949: Μια μειονότητα που αντιστέκεται και κρατάει ζωντανό το εθνικό φρόνημα [Α΄ μέρος]

Δημοσιεύθηκε: 04/12/2020 17:49 Τελευταία Ενημέρωση: 06/12/2020 12:59 Από: Tachydromos

Του Γιάννη Γιάννη

Εισαγωγή

Επιχειρώ μια πρώτη προσέγγιση, δεν θα τολμούσα να την πω καθαρά ιστορική, καθότι δεν διαθέτω τα κατάλληλα επιστημονικά ιστορικά εφόδια, θα τη χαρακτήριζα όμως μια πρώτη προσπάθεια να ρίξουμε λίγο φως σε γεγονότα που συντάραξαν την Εθνική Ελληνική Μειονότητα, γεγονότα άγνωστα όχι μόνο στο ευρύτερο κοινό, αλλά και στους ενασχολούμενους με τα βορειοηπειρωτικά θέματα. Ο λόγος για τα γεγονότα που συνέβησαν στη Γλύνα στις 31 Δεκεμβρίου 1949 (και μία μέρα νωρίτερα στη Γορίτσα). Πηγές μας είναι οι σχετικές εκθέσεις των κομματικών οργάνων καθώς και το πραχτικό συζητήσεων και η απόφαση που ελήφθη σε σύσκεψη του Πολιτικού Γραφείου του Κόμματος Εργασίας Αλβανίας στις 28 Ιανουαρίου 1950. Η προσέγγιση αυτή θα ήταν ασφαλώς ολοκληρωμένη, αν θα είχαμε στη διάθεσή μας και εάν υπάρχουν έγγραφα από πηγές και αρχεία του ελληνικού κράτους. Ας αρκεστούμε προς στιγμήν σ΄αυτά που έχουμε. Κι από μόνα τους είναι αρκετά εύγλωττα για την κατάσταση και την αντίσταση μιας αδικημένης μειονότητας.

Τα γεγονότα στη Γλύνα και τη Γορίτσα που έλαβαν χώρα ¬ακριβώς στη δύση του 1949, κλείνουν στην πράξη τα χρόνια της δεκαετίας του 40, μια δεκαετία κατά την οποία η Εθνική Ελληνική Μειονότητα που ζει στα πατρώα της εδάφη στην Αλβανία, υποβλήθηκε σε δυο σκληρές δοκιμασίες, αφενός τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και αφετέρου τη δοκιμασία απομόνωσης από το εθνικό κέντρο μετά την πλήρη εγκατάσταση του κομμουνιστικού καθεστώτος στη χώρα. Ιδίως η δεύτερη δοκιμασία ήταν τραυματική, καθώς για πρώτη φορά τα σύνορα που τη χώριζαν από την Ελλάδα, δεν ήταν απλά καταγεγραμμένα στα χαρτιά. Ήταν πλέον πραγματικά σύνορα: με σκοπιές και φαντάρους και λίγο αργότερα με συρματοπλέγματα.

Τα γεγονότα στη Γλύνα ήταν η αφορμή για να συγκληθεί, σε λιγότερο από ένα μήνα, το ανώτατο όργανο του Κόμματος Εργασίας Αλβανίας (ΚΕΑ στη συνέχεια), το Πολιτικό Γραφείο, για να εξετάσει την κατάσταση και να αποφασίσει για την περαιτέρω στάση των κομματικών και κρατικών οργάνων ως προς τα θέματα που αφορούν τη Μειονότητα. Χωρίς καμία επιφύλαξη μπορούμε να πούμε πως η συγκεκριμένη συνεδρίαση του ανώτατου κομματικού οργάνου και οι αποφάσεις που ελήφθησαν , αποτέλεσαν την ουσία της πολιτικής που ακολουθήθηκε κατά τις επόμενες δεκαετίες για την Εθνική Ελληνική Μειονότητα στην Αλβανία.

1. Εσωτερική πολιτική και οικονομική κατάσταση στη Μειονότητα έως τις αρχές της δεκαετίας του 50

Για να κατανοήσει κανείς το «ξέσπασμα» της Γλύνας, αλλά και την άμεση αντίδραση των ανωτάτων οργάνων του ΚΕΑ, όπως το Πολιτικό Γραφείο στα γεγονότα αυτά καθώς και τη γενικότερη κατάσταση στην ΕΕΜ, πρέπει να προσεγγίσει την εσωτερική κατάσταση στην Αλβανία, αλλά και στη Μειονότητα. Επίσης σημαντικός παράγοντας είναι οι αλλαγές που συντελούνται σε σχέση με τους συμμάχους της Αλβανίας και τα γεγονότα στην Ελλάδα.

Όσα θα αναφέρουμε στο εξής αφορούν την κατάσταση στη Δρόπολη, η κατάσταση όμως σε άλλες περιοχές όπως του Βούρκου και άλλων ορεινών περιοχών ήταν ακόμη χειρότερη, ιδιαίτερα στον οικονομικό τομέα.

1.1 Αρχές δεκαετίας του ΄50: εδραιώνεται το κομμουνιστικό καθεστώς

Κατά τα τέλη της δεκαετίας του 40, καθότι από τις 29 Νοεμβρίου του 1944 (επίσημα η απελευθέρωση της χώρας από τους Γερμανούς) έως και το 1949 που έλαβαν χώρα τα γεγονότα στη Γλύνα είχαν περάσει ακριβώς 5 χρόνια, το καθεστώς που προέκυψε μετά τον πόλεμο σχεδόν είχε εδραιωθεί. Σε αδρές γραμμές μπορούμε να αναφέρουμε τις βασικές ιστορικές στιγμές που σηματοδοτούν αυτήν την πενταετία.

Στις 24 Μαίου 1944 στο συνέδριο της Πρεμετής που οργάνωσε το κομμουνιστικό κόμμα και το αλβανικό ΕΑΜ, αποφασίστηκε η ίδρυση μιας Γενικής Επιτροπής η οποία στις 23 Οκτωβρίου στο Μπεράτι μετατράπηκε σε προσωρινή κυβέρνηση. Η κυβέρνηση αυτή αποτελούνταν μόνο από μέλη του Αντιφασιστικού Εθνικοαπελευθερωτικού Μετώπου. Το Φεβρουάριο του 1945 στη συνάντηση της Γιάλτας αποφασίστηκε, εκτός των άλλων, «η εγκατάσταση προσωρινών κυβερνήσεων όπου να εκπροσωπούνται όλα τα δημοκρατικά στοιχεία του πληθυσμού τα οποία διαμέσου των ελεύθερων εκλογών πρέπει όσο γίνεται νωρίτερα να σχηματίσουν κυβερνήσεις που εκφράζουν τη λαϊκή βούληση»1(Αρτούρ Κόντε, Η Γιάλτα και ο χωρισμός του Κόσμου, Εκδόσεις Albinform, Τίρανα 1994, σ. 189) .

Αν και εξαρχής διαφάνηκαν οι τάσεις του αλβανικού κομμουνιστικού κόμματος πως δεν επρόκειτο να μοιράσει σε άλλους την εξουσία, ο Χότζα ήταν υποχρεωμένος, καθώς καμία συμμαχική χώρα δεν είχε αναγνωρίσει την κυβέρνησή του, να διεξάγει κάποιου είδους εκλογές. Να επισημάνουμε εδώ πως η χώρα δεν διακρίνονταν μέχρι τότε για κοινοβουλευτικούς θεσμούς, σχηματισμοί όπως το Μπάλι Κομπετάρ (Balli Kombetar ) και το Λεγκαλιτέτι (Legaliteti ), που είχαν κατηγορηθεί για συνεργασία με τις δυνάμεις κατοχής, δεν μπορούσαν να παίξουν κάποιο ρόλο, καθότι το ΚΚΑ και το αλβανικό ΕΑΜ τους εξουδετέρωσε ή τους ανάγκασε να διαφύγουν στο εξωτερικό. Την άνοιξη του 1945 στην Αλβανία κατέφθασαν οι στρατιωτικές και πολιτικές αποστολές των Συμμάχων2(Σονίλα Μπότσι, Οι εκλογές της 2ας Δεκεμβρίου 1945, στο Ιστορικές Μελέτες (Studime Historike) 1-2, 2008 σ.83) για να δουν από κοντά την κατάσταση και να ενημερώσουν σχετικά τις κυβερνήσεις τους.

Στις 10 Νοεμβρίου 1945 η ΕΣΣΔ αναγνώρισε επίσημα την αλβανική κυβέρνηση, ενώ την ίδια μέρα η Βρετανία και οι ΗΠΑ έκαναν δήλωση για προσωρινή αναγνώρισή της. Αυτοί δήλωσαν πως « η επίσημη αναγνώριση θα γίνονταν μετά την εκπλήρωση δυο όρων: την διεξαγωγή ελεύθερων και δημοκρατικών εκλογών, καθώς και την αποδοχή δυτικών δημοσιογράφων κατά την καμπάνια και την ημέρα των εκλογών»3(Ο.π. σ. 85) .

Οι εκλογές για την Συνταγματική Συνέλευση που θα αποφάσιζε και για το είδος του καθεστώτος, έγιναν στις 2 Δεκεμβρίου 1945. Αν και τυπικά στον εκλογικό νόμο προβλέπονταν η συμμετοχή και άλλων κομμάτων και ανεξάρτητων υποψηφίων, ο Χότζα έκανε το παν, με έτοιμες μεθόδους που είχαν δοκιμαστεί και στη Σοβιετική Ένωση, να εκφοβίσει όσους δυνητικά μπορούσαν να αποτελούν κίνδυνο για την εξουσία του και αφετέρου να δείξει στους συμμάχους πως σέβεται και την άλλη άποψη. Νικητής των εκλογών ήταν το Δημοκρατικό Μέτωπο ( το Κομμουνιστικό Κόμμα δεν συμμετείχε με δικό του ψηφοδέλτιο, αλλά εκφράζονταν διαμέσου του Δημοκρατικού Μετώπου) με ποσοστό 93.5%4(Εφημερίδα «Μπασκίμι», 3 Δεκεμβρίου 1945) . Στις 11 Ιανουαρίου 1946 η Συνταγματική Συνέλευση που προέκυψε από τις εκλογές του Δεκεμβρίου κήρυξε την Αλβανία Λαϊκή Δημοκρατία.

Στις 29 Αυγούστου 1945 η κυβέρνηση Χότζα εξέδωσε το νόμο για την Αγροτική Μεταρρύθμιση ενώ σχετικές τροπολογίες έγιναν το Μάιο του 1946. Με την μεταρρύθμιση αυτή η κυβέρνηση Χότζα απαλλοτρίωσε εκατοντάδες χιλιάδες στρέμματα γης από πρώην μεγαλοϊδιοκτήτες μπέηδες και αγάδες και την έδωσε σε άκληρους αγρότες. Αυτά τα χρόνια, αν και ο Χότζα δέθηκε έως το 1948 με τη Γιουγκοσλαβία από την οποία περίμενε συμπαράσταση, ήταν αρκετά δύσκολα χρόνια για όλο τον αλβανικό λαό. Ο Β΄Παγκόσμιος πόλεμος είχε επιφέρει σοβαρές ζημιές στις υποτυπώδεις υποδομές, χιλιάδες σπίτια στα χωριά είχαν καεί, η γεωργία και η κτηνοτροφία ήταν σχεδόν ανύπαρκτες. Οι βοήθειες από την UNRRA ( Unitet Nation Relief and Rehabiliation Administration) από το 1945 έως το 1947 δεν μπόρεσαν επίσης να απαλύνουν τις ελλείψεις και την πείνα.

Στο πρώτο συνέδριο του ΚΚΑ που διεξήχθη στα Τίρανα από τις 8 έως τις 22 Νοεμβρίου 1948, ο Χότζα αλλάζει γραμμή και συμμαχίες καθώς αφενός καταγγέλλει τις «αντιμαρξιστικές πραχτικές των γιουγκοσλάβων ρεβιζιονιστών5(Ιστορία του Κόμματος Εργασίας Αλβανίας , Τίρανα 1981 σ. 239 (Historia e Partisë Punës së Shqipërisë. Botimi i dytë. «8 Nëntori», Tiranë, 1981) )» και αφετέρου αναδεικνύει τη Σοβιετική Ένωση και τον Στάλιν ως τον μοναδικό σύμμαχο του κόμματος και του αλβανικού λαού.

Αυτό που έχει ιδιαίτερη σημασία, γεγονός που επισημαίνουν αρκετοί ιστορικοί, είναι πως ο Χότζα προσπάθησε να ενοχοποιήσει για όλα τα λάθη στα οικονομικά θέματα, αλλά και στο κύμα διώξεων, φυλακίσεων και εκτελέσεων που το καθεστώς του εφάρμοσε από το 1944 έως το 1948, σημαντικά του μέχρι τότε στελέχη όπως τον Κώτσι Τζότζε, Πάντι Χρίστο, Χρίστο Θεμέλκο κλπ. Στα συμπεράσματα του Συνεδρίου αναφέρεται πως « οι βασικοί στόχοι της γιουγκοσλαβικής τροτσκιστικής ηγεσίας στη χώρα μας….ήταν το Κόμμα, η Κρατική Ασφάλεια (η Σιγκουρίμι), η οικονομία και ο στρατός»6(Βασικά Ντοκουμέντα του Κόμματος Εργασίας Αλβανίας, Τίρανα 1971 σ. 554) και πως η «Κρατική Ασφάλεια θα πρέπει να διορθώσει τα λάθη που έγιναν όταν διοικούσε ο Κώτσι Τζότζε…»7(Ο.π. σ. 567) .

Στους επόμενους μήνες, Δεκέμβριος 1948-Ιανουάριος 1949, με κομματική οδηγία τα συμπεράσματα και οι αποφάσεις του Α΄ Συνεδρίου του ΚΚΑ, δόθηκαν προς συζήτηση στις κομματικές οργανώσεις και τις συγκεντρώσεις του λαού. Κατά τις συγκεντρώσεις αρκετοί ήταν εκείνοι που θεώρησαν πως κάτι διαφαίνεται να αλλάζει και πως ο κόσμος άρχισε να εκφράζεται κάπως ελεύθερα. Σύμφωνα με έκθεση του Ιανουαρίου 1949 που η Κομματική Επιτροπή Αργυροκάστρου έστελνε προς την Κεντρική Επιτροπή του ΚΕΑ, ο λαός της μειονότητας, ειδικά στις παραμεθόριες περιοχές Πωγωνίου και Άνω Δρόπολης πήρε θάρρος ασκώντας κριτική όχι μόνο για τα οικονομικά προβλήματα, αλλά και την απάνθρωποι συμπεριφορά των οργάνων της Σιγκουρίμι. Η ανοχή αυτή που επέδειξαν τα κομματικά όργανα στόχευε να δικαιολογήσει αφενός τις διώξεις κατά των ανωτάτων στελεχών τους και αφετέρου να «φακελώσουν», κατά κάποιον τρόπο, αυτούς που έθεσαν τέτοιου είδους θέματα, ως οι εν δυνάμει μελλοντικοί «εχθροί» του καθεστώτος. Τα επόμενα χρόνια απέδειξαν πως τίποτε δεν άλλαξε στην στάση του καθεστώτος προς τους Έλληνες Βορειοηπειρώτες. Χειροπιαστό παράδειγμα οι διώξεις που υπέστησαν οι Γλυνιώτες μετά τα γεγονότα της 31ης Δεκεμβρίου του ίδιου έτους.

1.2 Πολιτική κατάσταση

Για να εμβαθύνουμε στα αίτια που προκάλεσαν τα γεγονότα στη Γλύνα, πέραν απ΄όσα επικαλούνται οι τότε κομματικοί θεσμοί, πρέπει να επισημάνουμε πως στις αρχές της δεκαετίας του 50 φαίνεται πως οι Βορειοηπειρώτες είχαν σχεδόν χάσει τις ελπίδες πως κάτι θα αλλάξει στο εθνικό τους στάτους: το αλβανικό κράτος και το κομμουνιστικό σύστημα είχε πλέον εδραιωθεί, όλοι οι μηχανισμοί του κράτους, κυρίως οι κατασταλτικοί μηχανισμοί είχαν βρει το «βάδισμά» τους και τα πάντα τελούσαν υπό τον πλήρη έλεγχό τους.

Εδώ θα ασχοληθούμε εν τάχει με αυτό το θέμα, καθώς είναι αρκετά ευρύ και βαθύ . Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, οι Βορειοηπειρώτες , ανεξαρτήτως πολιτικής τοποθέτησης, έβλεπαν τον πόλεμο και ως μια ευκαιρία ικανοποίησης των εθνικών τους πόθων.

Μετά τη λήξη του πολέμου, αν και κάτι τέτοιο δεν επετεύχθη, στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια, δεν έσβησε η ελπίδα του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού για την εκπλήρωση των εθνικών του επιδιώξεων. Μάλιστα μετά το 1945, μολονότι η χώρα είχε πια ανακηρυχθεί Λαϊκή Δημοκρατία και διαφαίνονταν τι θα ακολουθούσε, φούντωνε η ελπίδα των Βορειοηπειρωτών πως το θέμα θα λυθεί εν όψει των αποφάσεων που θα ληφθούν από τις Μεγάλες Δυνάμεις με τη συμπαράσταση και τη στήριξη της Ελλάδας.

Ασφαλώς, για να κάνω μία παρένθεση εδώ, εκείνη την εποχή ο Βορειοηπειρωτικός Ελληνισμός, δεν είχε απέναντι μόνο το κράτος και τον αναδυόμενο αλβανικό « σοσιαλιστικό πατριωτισμό», αλλά και την έντονη καχυποψία προς την ΕΕΜειονότητα που είχε κληρονομηθεί από την εποχή του Ζώγκου και που δεν μπόρεσε να αμβλυνθεί στο όνομα της «διεθνούς αλληλεγγύης και της συναδέλφωσης των λαών». Είχε επίσης και ένα αδύναμο ελληνικό κράτος και μια μη ξεκάθαρη πολιτική ως προς το Βορειοηπειρωτικό. Καθρέφτης τότε αυτής πολιτικής ήταν και οι θέσεις του Ε.Αβέρωφ, ο οποίος το Φεβρουάριο του 1945 στέλνει απόρρητη έκθεση προς το Γενικό Επιτελείο Στρατού, έκθεση που δημοσιεύθηκε το 1978 στο περιοδικό «Αντί» προκαλώντας τις λυσσαλέες αντιδράσεις8(Σταύρος Ντάγιος, Ελλάδα και Αλβανία-50 χρόνια αμοιβαίας δυσπιστίας, Εκδόσεις Literatus, Θεσσαλονίκη 2015 σ.340) των βορειοηπειρωτικών συλλόγων σε Ελλάδα και Αμερική. «Είναι προφανές, σημειώνει ο ιστορικός Σταύρος Ντάγιος, ότι η έκθεση του Αβέρωφ δεν είναι αντικειμενική, αλλά ούτε και πατριωτική και ασφαλώς, έπαιξε ρόλο στις επιλογές της εξωτερικής πολιτικής της Ελλάδας. Το έγγραφο αυτό προκάλεσε και εξακολουθεί να προκαλεί ερωτηματικά και αγανάκτηση στον βορειοηπειρωτικό ελληνισμό για ένα πολιτικό ο οποίος άσκησε επί σειρά ετών χρέη υπουργού Εξωτερικών και χειρίστηκε αποκλειστικά τα ελληνοαλβανικά.»9(Ό.π. σ. 341)

Στην πράξη ο Αβέρωφ υιοθετεί εξ ολοκλήρου όλες τις αλβανικές θέσεις, άλλωστε οι πληροφοριοδότες του ήταν Αλβανοί10(Γράφει το «ΑΝΤΙ», «Δεν δημοσιεύομε και το «σκεπτικό» της εκθέσεώς του, όσο μόνο γιατί ήταν πολυσέλιδο (όπου λέγονται διάφορα…) αλλά και γιατί ο κ. Αβέρωφ κατονομάζει τους πληροφοριοδότες του, πολλοί από τους οποίους βρίσκονται ίσως σήμερα ακόμη στην Αλβανία») , πως «οι ελληνόφωνες της Αλβανίας αποτελούν μια μικρή διεσπαρμένη μειοψηφία…» , πως « υπάρχουν πολλοί Έλληνες της Βορείου Ηπείρου που με φανατισμό μάλιστα υποστηρίζουν ότι μόνο η γλώσσα είναι ελληνική, ενώ οι ίδιοι αισθάνονται σαν γνήσιοι Αλβανοί», ή πως «το ελληνόφωνο στοιχεία της Αλβανίας ουδόλως επιθυμεί την ένωσιν με την Ελλάδα» κλπ. κλπ.

Εάν όμως ρίξουμε μια ματιά στα όσα καταγράφονται στις επίσημες κομματικές εκθέσεις μειονοτικών οργανώσεων κομμουνιστών, μέλη του Κομμουνιστικού Κόμματος Αλβανίας, κατά το 1946, αποδεικνύεται πως όχι μόνο η συντριπτική πλειοψηφία του «μειονοτικού λαού», αλλά και κομματικά στελέχη, είχαν στραμμένα τα μάτια τους προς την Ελλάδα και τις αποφάσεις των Μεγάλων Δυνάμεων. Τα όσα αναφέρονται είναι διαμετρικά αντίθετα με τα όσα – ευκόλως αναμασάει και υιοθετεί από τους αλβανούς «πληροφοριοδότες» του,- ο Αβέρωφ.

Συγκεκριμένα, μια μέρα μετά την Πρωτοχρονιά του 1946, ο κομματικός Πυρήνας Κάτω Δρόπολης στην έκθεση11(Έκθεση οργανωτικής σύσκεψης πυρήνος 2.1.1946 (προσωπικό αρχείο)) που στέλνει στο Κομιτέτι (Επιτροπή) Υποδιοίκησης Κέντρου, κάνοντας λόγο για την εξωτερική κατάσταση σημειώνει πως «Από γενική άποψη η κατάσταση παρουσιάζεται βελτιωμένη αρκετά. Το μόνο σημείο που παραμένει σκοτεινό από πολιτικής και οικονομικής πλευράς στα Βαλκάνια και που μας ενδιαφέρει άμεσα είναι το Ελληνικό (ζήτημα σημ. δική μου), με όλες τις αλλαγές κυβερνήσεων καμία βελτίωση δεν παρατηρήτε12(Συνήθως στις παραθέσεις ακολουθούμε την ορθογραφία του πρωτοτύπου για όσες εκθέσεις ήταν στα ελληνικά. ) , αυτό ζημιώνει πολύ τη γενική κατάσταση και ιδιαίτερα τον Μειονοτικό Λαό που προσέχει περισσότερο από ότι πρέπει την εκεί κατάσταση»

Σε όλες τις εκθέσεις του 1946 είναι εκτενείς οι αναφορές στην πολιτική κατάσταση της περιοχής (Κάτω Δρόπολη Αργυροκάστρου). Η κατάσταση στην περιοχή αυτή (αν και οι κομματικές εκθέσεις είχαν την τάση να ωραιοποιούν καταστάσεις και να υποτιμούν γεγονότα) είναι ενδεικτική της όλης κατάστασης στη Μειονότητα: ο μειονοτικός λαός είχε τα μάτια του στραμμένα προς τις εξελίξεις στην Ελλάδα και στις διεθνείς εξελίξεις.

«Η κατάστασης της περιοχής μας, αναφέρεται στην έκθεση, δεν είναι ξεκαθαρισμένη όσο θάπρεπε, αλλά ούτε και άσχημη, η αντίδρασης13(Με τον όρο «αντίδρασις» χαρακτηρίζονται όλοι εκείνοι που με τον ένα ή αλλά τρόπο δεν συμφωνούσαν με το νέο καθεστώς) δεν παύει να ρίχνει συνθήματα, με τη διαφορά ότι δεν πιάνουν γιατί είναι γελοία, η πολιτική όμως αδυναμία του λαού δίνει την ευκαιρία σε επιτήδειους να ρίχνουν ρουκέτες μάλλον τοπικής προέλευσης. Τις συλλήψεις των δασκάλων και προπαντός των τελευταίων, ο λαός τις κρίνει ανάλογα με την ιδεολογική κατάσταση (τοποθέτηση σημ. ΓΓ), ο περσότερος κόσμος έχει τη γνώμη ότι αξίζει να τιμωρηθούν, εξαίρεση γίνεται για τον φαρμ(ακοποιό) Δήμο Παπαδόπουλο που έχουν τη γνώμη ότι δεν ενεργούσε αντιδραστικά και ότι κακώς κρατήτε….. και ότι την κατάσταση της Ελλάδος την παρουσιάζουν διαφορετικά εδώ ο τύπος και η κυβέρνησή μας, ενώ στην πραγματικότητα είναι διαφορετική, αυτά όλα γίνονται σκόπιμα και προέρχονται από την Καλογοραντζή-Δούβιανη, πιάνουν για λίγο στον κοσμάκη στα χωριά, όπως αυτά που αναφέραμε και λιγότερο στ΄άλλα παραπέρα».

Για την κατάσταση στη Μειονότητα είναι αρκετά κατατοπιστικές οι εκθέσεις των επόμενων εβδομάδων και μηνών. Σχεδόν σε κάθε έκθεση προστίθεται και από ένα στοιχείο που δείχνει πως ο λαός ζούσε με την επικαιρότητα, μολονότι εκείνοι την εποχή η επικοινωνία ήταν εξαιρετικά δύσκολη. Στο χώρο της Μειονότητας κυκλοφορούσε μόνο το «Λαϊκό Βήμα»14(Το Κομμουνιστικό Κόμμα απέδιδε τεράστια σημασία στην εφημερίδα αυτή , καθότι ήταν το μόνο έντυπο μέσο με το οποίο θα προωθούσε τις θέσεις του στην Ελληνική Μειονότητα. Το γεγονός αυτό αποτυπώνεται και στις κομματικές εκθέσεις, καθώς κάθε τόσο έδιναν αναφορά για τις συνδρομές στην εφημερίδα αυτή.) , εφημερίδα που εξέφραζε τις θέσεις και ήταν στην υπηρεσία της προπαγάνδας του νέου καθεστώτος. Ως προς τη στάση του μειονοτικού λαού προς την κυβέρνηση και λίγο αργότερα την ανακήρυξη της Λαϊκής Δημοκρατίας σημειώνεται πως «Με όλο που η αντίδρασης του τόπου μας διαδίδει ότι η κυβέρνησης δεν έχει αναγνωριστεί παρά με όρους, πράγμα που το δείχνουν τα γεγονότα όπως οι Πρέσβεις που δεν ήρθαν ακόμα και το ταχυδρομείο που δεν λειτουργεί με το εξωτερικό, καθώς και άλλα μικροπράγματα, ο λαός της περιοχής μας άρχισε να μη πιστεύει στα περσότερα που διαδίδει η αντίδραση και να πιστεύει με κάποια βέβαια επιφύλαξη στην Κυβέρνησή του».15(Έκθεση οργανωτικής σύσκεψης πυρήνος 9.1.1946)

Ενώ για την ανακήρυξη της Λαϊκής Δημοκρατίας «ο κόσμος δεν έδωσε την πρέπουσα σημασία, πρώτα γιατί δεν καταλαβαίνει και δεύτερο γιατί έχει την εντύπωση ότι αυτή η δουλειά έχει από καιρό και ότι εδώ έχομε κομμουνισμό και τρίτο γιατί η αντίδραση την παρουσιάζει σαν αποκλειστική υπόθεση του Αλβανικού Λαού. Επί πλέον μια σύγχυση επικράτησε σχεδόν παντού με τον Ομέρ Νισάνι που ανακηρύχθηκε πρόεδρος της Δημοκρατίας, η κοινή γνώμη πίστεψε πως έπεσε ο Ενβέρ Χότζιας και ότι άρχισαν τα παλιά , καθότι τον Ομέρ Νισάνι16(Omer Nishani, ο πρώτος πρόεδρος της αλβανικής Βουλής που προέκυψε από τις εκλογές της 2ας Δεκεμβρίου 1945) τον βλέπουν σαν άνθρωπο με παλιές αρχές. Έπαψε όμως αυτή η εντύπωση να υπάρχει αφού εξηγήθηκε καλά πως έχουν τα πράγματα».17(Έκθεση σύσκεψης πυρήνος 16.1.1946)

Τη στάση προς την αλβανική κυβέρνηση και τις όποιες εξελίξεις όπως λ.χ. την αναμενόμενη αγροτική μεταρρύθμιση ή την εκλογή του Νισάνι, τα κομματικά στελέχη την ερμηνεύουν ως έλλειψη πολιτικού κριτηρίου από τον κόσμο, ο οποίος παρασύρεται. Αυτό που υπογραμμίζουν όμως είναι πως «Ένα πράγμα που δεν τον αφήνει να σκεφθεί και να δει καθαρά την πραγματικότητα είναι το εθνικό πρόβλημα που η αντίδρασις υποδαυλίζει συνεχώς με διάφορες ενέργειες… Λένε ότι η αντίδραση δηλητηριάζει και τα μικρά παιδιά ακόμα με διάφορα συνθήματα και τραγούδια, ιδιαίτερα στη Βάνιστα, Γοραντζή και Δούβιανη ρίχνουνε συνθήματα ελληνικής προελεύσεως και ότι όλη η δουλειά τους είναι να τραβούν τον κόσμο προς την Ελλάδα παρουσιάζοντας την εκεί κατάσταση διαφορετική και ότι μια ένωση μας σώζει εμάς και όχι η Λ. Δημοκρατία της Αλβανίας»18(Όπ.παρ.)

Στις επόμενες εκθέσεις γίνεται εκτενέστερη αναφορά στο Εθνικό θέμα και τις προσδοκίες του μειονοτικού λαού. Αυτή την εποχή η κατάσταση στη Μειονότητα χαρακτηρίζεται ως ταραγμένη, ενώ παράλληλα παρατηρείται «άνοδο της αντίδρασης».

«Η πολιτική κατάσταση της περιοχής μας τελευταία παρουσιάζεται κάπως ταραγμένη με μικρή άνοδο της αντίδρασης με ορισμένα συνθήματα και σχετική ανησυχία σ΄ένα μέρος του πληθυσμού, οι λόγοι είναι η διεθνής πολιτική κατάσταση και οι διάφορες μανούβρες πάνω στα διάφορα ζητήματα, από τα οποία ο λαός περιμένει αποτελέσματα βάσει των όσων λέει η αντίδρασης, της οποίας λόγω του εθνικού πόθου που έχει ο Μειονοτικός λαός, ακούγονται τα συνθήματά της κάπως πιο εύκολα και πιο ευχάριστα» .19(Έκθεση ημερ.30.1.1946)

Μάλιστα η έκθεση αναφέρει και συγκεκριμένα συνθήματα που ακούγονται στην Κ.Δρόπολη. «Τώρα τελευταία, σημειώνεται στην ίδια έκθεση, ακούμε συνθήματα α) ότι στις 1 Μάη θα γίνει προσάρτηση και τότε θα δούμε που θα πάνε αυτοί που είναι όργανα των Αλβανών, αυτό το είπε ο Αντώνης Ζιώγκος στη Φράστανη, ο οποίος είπε ότι το παιδί μου (Βασίλης Ζιώγκος Αθήνα) θα γίνει υπουργός. Β) ότι μόνο η κυβέρνηση Σοφούλη θα σώσει την κατάσταση και μόνο τότε θα γίνει αποκατάσταση και απολλοτρίωση γ) ότι ψυχράνθηκαν οι σχέσεις Αλβανίας Γιουγκοσλαυίας και η Γιουγκοσλαυία δεν παίρνει πετρέλαιο από την Αλβανία, αυτό λεγετε στη Δούβιανη»20(Όπ.παραπάνω)

Οι ίδιοι κομματικοί στην έκθεση της 26ης Ιανουαρίου κάνουν κάποια διάκριση της «αντίδρασης» με τους «άλλους που δεν είναι δικοί τους αλλά που τους τραβάει το Εθνικό πρόβλημα το οποίο στον μειονοτικό λαό είναι άσβηστο»,21(Έκθεση 26.1.1946) αναφέροντας ξανά πως « στην περιοχή μας τώρα τελευταία παρατηρείτε κάποια άνοδος της αντίδρασης, ενώ πριν μιλούσανε για τους κρατούμενους αντιδραστικούς της περιοχής μας λέγοντας ότι καλά την παθένουν κ.λ. τώρα όχι μόνο οι δικοί τους αλλά και άλλοι που ήταν πριν αδιάφοροι μιλούν υπέρ αυτών και ρίχνουν διάφορα συνθήματα όπως εκείνο ότι η ελληνική αντιπροσωπεία στη σύσκεψη των Ην. Εθνών συζήτησε το ζήτημα των συλλήψεων που γίνονται εδώ και ότι στις οικογένειες των συλληφθέντων θα δίνοντε από 10 λίρες το μήνα, ότι μέχρι τέλος Απριλίου θα λυθεί στη σύσκεψη των Ην. Εθνών το ζήτημα της Μειονότητος και η ένωσης είναι δουλειά τελειωμένη…».

Μάλιστα στην Έκθεση της 13ης Φεβρουαρίου γράφεται πως «Παρατηρήτε πάλε σε ορισμένα χωριά οπως στη Γοραντζή και τη Δούβιανη να διαδίδοντε συνθήματα με διωρίες για την κατάληψη της Β. Ηπείρου22(Να σημειώσουμε εδώ πως δεν είναι η πρώτη φορά που στις κομματικές εκθέσεις βρίσκουμε τον όρο «Βόρειος Ήπειρος») , μια τέτοια διωρία είναι και 31 Μαρτίου».

Στο ίδιο θέμα αναφέρονται αναλυτικά και στην επόμενη κατά σειρά έκθεση της 20ης Φεβρουαρίου. «Η συζήτηση του Ελληνικού ζητήματος έχει τραβήσει το ενδιαφέρον του περισσότερου λαού της περιοχής μας και της Μειονότητος γενικά, γιατί από την έκβαση της σύσκεψης περίμενε να ξελαγαρίσουν (να ξεκαθαρίσουν ΓΓ) πολλά που τον αφορούσαν, δηλαδή η αντίδραση από τη μεριά της να γίνει κάτι που να ικανοποιηθεί άμεσα, και ο λαός που πιστεύει στο κίνημά μας να φύγουν οι Άγγλοι ή κάτι τέτοιο για να μπορέσει ο λαός να πάρει την τύχη στα χέρια του. Μολοπού δεν πάρθηκε καμία απόφαση η αντίδραση θεωρεί ότι βγήκε κερδισμένοι από την παραμονή των Άγγλων και οι δικοί μας κάπως απογοητευμένοι για την παλιά κατάσταση που συνεχίζεται όπως και πριν».

Ένας λόγος είναι και η αναβολή της συζήτησης για την είσοδο της Αλβανίας στην Οργάνωση των Ην. Εθνών και η στάσις της Αγγλίας και της Αμερικής καθώς και των άλλων που υποστηρίζουν αυτούς, αυτό η αντίδραση το παρουσιάζει σαν ένα ντοκουμέντο ότι την Κυβέρνησή μας δεν την έχουν αναγνωρίσει ακόμα κανονικά και ότι θα υποστηριχθούν οι Ελληνικές διεκδικήσεις σε βάρος της Αλβανίας (Βόρειος Ήπειρος) κλπ. Όλα αυτά βοηθούν την αντίδραση στη δουλειά της και δίνουν θάρρος στους αντιδραστικούς να εργάζονται πιστεύοντας σε γλήγορη τακτοποίηση του Μειονοτικού λαού σύμφωνα με τις απόψεις τους, και από την άλλη μερικοί να θολώνουν τη γνώμη του λαού που δεν έχει πάρει θέση αλλά βρίσκεται αμφιταλαντεύομενος….».

Σε επόμενη έκθεση23(Έκθεση 27.2.1946) γίνονται αναφορές για συγκεκριμένα χωριά της Κάτω Δρόπολης, προσδίδοντας ιδιαίτερη σημασία στη Δερβιτσιάνη καθώς εκεί θεωρούν ότι είναι μειοψηφία. Στη Δερβιτσιάνη «έχομε 35% δικούς μας, οι άλλοι μοιράζονται σε αντιδραστικούς και αδιάφορους24(Όπ. παραπάνω)» . Εκεί «γίνεται από την αντίδραση καλή δουλειά, το ελληνικό ζήτημα είναι το θέμα της ημέρας και τα αποτελέσματα της σύσκεψης του Συμβουλίου Ασφαλείας τα παρουσιάζουν ως αποτυχία των Αγγλοαμερικάνων και αδυναμία της Σ.Ενωσης, ότι οι έλληνες θαρθούν και η κυνέρνησή μας θα πέσει οπωσδήποτε. Για το προσχέδιο λένε ότι είναι καλό, μονάχα το άρθρο 35 που λέει για τις μειονότητες δε λέει ότι σε κατάλληλες και ευνοϊκές συνθήκες η μειονότητα έχει το δικαίωμα να αποκοπεί (çkeputje- στο πρωτότυπο είναι γραμμένο στην αλβανική). Υπάρχουν άεργοι που τους έχει πάρει η αντίδραση, το ίδιο και παιδιά που απολύθηκαν από το στρατό έχουν πάρει αντιδραστική θέση σε πολλά πράγματα αν και ήταν εθελοντές πρωτοπόροι».

Στην Καλογοραντζή «είναι δύσκολο να ξεχωρίσεις εκεί αντίδραση και αδιάφορους, για να μην πούμε δικούς μας που μετριούνται στα δάχτυλα…», ενώ στη Βάνιστα «Πολιτικά εκεί μέσα η κατάσταση είναι μπερδεμένη, γιατί η αντίδραση είναι γερή και ραφινάτη, οι δικοί μας λιγόστεψαν ή και εκείνοι που μένουν εκεί είναι αδύνατοι…».

Στη Δούβιανη, σύμφωνα και με άλλες εκθέσεις, «δεν έχουν τίποτε που να τους συνδέει με το κίνημά μας, τους στράβωσε ο λαιμός κοιτάζοντας τον ανήφορο πότε νάρθη ο Παπούς (από την Αμερική ή την Ελλαδα, σημ. δική μου) ανίκανοι για φιάσιμο (φτιάξιμο), περιμένουν όλα να μεταβληθούν αμέσως και αυτοί να μένουν θεατές, έχουν τη γνώμη πως θα γίνει επέμβαση εξωτερική, συνδέονται με την ελληνική αντίδραση και πέρουν καθοδήγηση και κουράγιο απαυτήν. Δεν πιστεύουν σε τίποτε και όλες τις μεταρρυθμίσεις τις θεωρούν πράγματα προσωρινά. Για τους κρατούμενους χωριανούς τους μιλούν και λένε ότι κρατούνται άδικα, τους παραστένουν πατριώτες και θύματα του Κόκκινου Φασισμού. Πολιτικό χάος. Το Ε.Α.Σ. (Εθνικο Απελευθερωτικό Συμβούλιο) χάλια».

Επίσης το Μάιο και τον Ιούνιο του 1946 γίνεται αναφορά στη διάσκεψη των Παρισίων και στις προσδοκίες του μειονοτικού λαού μήπως και γίνει κάτι με το Εθνικό του θέμα. Στις έκθεση της 21 Μαίου 1946 (πλέον οι εκθέσεις που αποστέλλονται στο Κέντρο είναι γραμμένες στην αλβανική) αναφέρουν πως «Η κατάσταση στην περιοχή μας δεν έχει αλλάξει μέσα σ΄αυτό το μήνα, μόνο που τώρα δεν γίνεται λόγος όπως παλιότερα για πολιτική και την προσάρτηση της Βορείου Ηπείρου σε συγκεκριμένες ημερομηνίες. Τώρα τελευταία οι αντιδραστικοί έχουν χάσει τις ελπίδες που είχαν αφού είδαν πως στη διάσκεψη των Παρισίων δεν έγινε καμία αναφορά στο βορειοηπειρωτικό ζήτημα , μολονότι η ελληνική αντίδραση διαλαλούσε πολύ πως θα έληγε προς όφελός της και ένα μεγάλο μέρος του λαού το πίστευε πως θα γίνει οπωσδήποτε..»25(Raport mbi mbledhjen e celules me date 21.5.1946) .

Το ίδιο και στα τέλη Ιουνίου. Το ενδιαφέρον του κόσμου παραμένει ζωντανό για τις εξελίξεις, μάλιστα δεν είναι λίγοι αυτοί που ελπίζουν σε μια εξωτερική επέμβαση.

Στην έκθεση της 19 Ιουνίου σημειώνεται επίσης πως «Η εξωτερική πολιτική επηρεάζει μεγάλο μέρος του κόσμου και περιμένουν ανυπόμονα τα αποτελέσματα της διάσκεψης των Υπουργών, αυτό το πράγμα διαδίδει πολύ η αντίδραση και με διάφορα συνθήματα προσπαθεί να συγκρατήσει το ηθικό αυτών που έχει μαζί της, η αντίδραση στην περιοχή μας δουλεύει προς αυτήν την κατεύθυνση. Λέει ότι είναι πολύ σίγουρη ότι εδώ η κατάσταση θα αλλάξει από μία εξωτερική παρέμβαση διότι η Αγγλία με τους συμμάχους δεν αφήνει τα πράγματα όπως είναι τώρα, γι αυτό ο μειονοτικός λαός πρέπει να οργανωθεί και να κάνει συγκεντρώσεις για να ζητήσει την ένωση με την Ελλάδα, οι ντιρεκτίβες δίνονται από τη Δερβιτσιάνη όπου η αντίδραση είναι ζωντανή και δουλεύει πιο δυνατά».

1.3 Οικονομική κατάσταση

Η Εθνική Ελληνική Μειονότητα βγήκε από τον πόλεμο με τεράστιες υλικές ζημιές. Μόνο στις αναγνωρισμένες μειονοτικές περιοχές του Αργυροκάστρου, των Αγίων Σαράντα και του Δελβίνου τα καμένα σπίτια έφταναν τα 811, οι καμένες καλύβες τις 510, ο αριθμός των αρπαγέντων ζώων, αιγοπροβάτων και άλλων έφτανε στα 9018 κεφάλια, δεκάδες οι τόνοι σιτηρών, αρκετά χρήματα και τιμαλφή26(Μενέλαος Δαλιάνης, Η Εθνική Αντίσταση της Εθνικής Μειονότητας στην Αλβανία, Εκδόσεις Ιωλκός, 2000, Αθήνα. Σχετικός πίνακας στη σ. 254) .

Με την εγκαθίδρυση του καθεστώτος και την σταδιακή εφαρμογή οικονομικών πολιτικών που απέρρεαν από το κομμουνιστικό μοντέλο, η οικονομική κατάσταση στην ΕΕΜειονότητα δεν βελτιώθηκε καθόλου, μάλιστα δυσχέρανε λόγω της συνεχούς απομόνωσης από το εξωτερικό. Και ορισμένα μέλη της Μειονότητας που και προπολεμικά είχαν φτάσει να πετύχουν ένα αποδεκτό επίπεδο διαβίωσης, μετά το 45 έγιναν στόχος κατασχέσεων περιουσιών και επιβολής φόρων. Αλλά και οι πιο φτωχοί, όπως αναφέρεται και στις εκθέσεις των κομματικών οργανώσεων, δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν στους φόρους σε χρήματα ή σε είδος που επέβαλλε η κυβέρνηση.

Επίσης το κλείσιμο των συνόρων στέρησε πολλές οικογένειες από τη Μειονότητα τα εμβάσματα που οι ξενιτεμένοι έστελναν ως συνήθως στις οικογένειές τους, προκαλώντας έντονη δυσαρέσκεια στον κόσμο. Το γεγονός αυτό σημειώνεται και στην έκθεση της 9ης Ιανουαρίου 1946, αναφέροντας «πως δεν μπορεί με τον καιρό να καλυτερέψει (η οργάνωση της γυναίκας), αν δεν βελτιωθεί η κατάστασή της οικονομικά, με τον καιρό ελπίζουμε το ταχυδρομείο της Αμερικής θα βοηθήσει πολύ.»

Ενώ μια εβδομάδα αργότερα σημειώνεται πως « η αντίδραση εκμεταλλεύεται την οικονομική κρίση και της δίνει πολιτικό περιεχόμενο, λέει στον κοσμάκη ότι δεν πρόκειται ναρθούν χρήματα από την Αμερική γιατί η κυβέρνηση δεν αναγνωρίστηκε…».27(Έκθεση πυρήνος Κάτω Δρόπολης 16.1.1946)

Στην πράξη λείπουν και τα πιο βασικά αγαθά. « Πολύς κόσμος λόγω αεργίας υποφέρει οικονομικά και δεν είναι σε θέση να αγοράσει και τα λίγα τρόφιμα που βγαίνουν, ούτε και το γέννημα που δίνει με διατίμηση το τμήμα οικονομίας… επιπλέον εκείνοι που έχουν τους δικούς τους στην Αμερική ρίχνουν το βάρος όλο στην Κυβέρνηση που δεν άνοιξε το ταχυδρομείο ακόμα» 28(Ό.παραπάνω).

Αρκετοί «φωνάζουν για τους φόρους, ιδίως του καλαμποκιού», ενώ ακόμα αναφέρονται σε συγκεκριμένες ελλείψεις σε τρόφιμα, σαπούνι και ελαιόλαδο, «παρατηρείται μεγάλη έλλειψη σε σαπούνι και τριγλυκερίνη…Γι΄αυτό πρέπει να ληφθούν μέτρα και να φτιαχτεί η διανομή, η ποσότητα που αντιστοιχεί σε κάθε άτομο. . Ο λαός της περιοχής υφίσταται την έλλειψη του σαπουνιού, όχι πως δεν έχει μάθει να κάτσει χωρίς σαπούνι. Επίσης πρέπει να τακτοποιηθούν το ταχύτερο δυνατόν το λάδι και τ΄άλλα βιομηχανικά είδη».29(Έκθεση, 21.5.1946)

Σημαντικό θέμα την εποχή αυτή ήταν η αναμενόμενη αγροτική μεταρρύθμιση. Αν και μέχρι τώρα από αρκετούς θεωρείται ότι η αγροτική μεταρρύθμιση ωφέλησε και έγινε αποδεκτή από το σύνολο της Μειονότητας, στις κομματικές εκθέσεις όμως, διαβάζουμε κάτι άλλο. Τουλάχιστον για την περιοχή Κάτω Δρόπολης επισημαίνεται πως δεν συμφωνούσαν όλοι για την απαλλοτρίωση και τη μεταρρύθμιση. «Το ζήτημα της Αγροτικής Μεταρρύθμισης στην περιοχή μας λόγω της στενότητος του εδάφους δε γίνετε δεκτό με καλό μάτι από πολλούς. Οι λίγοι αγάδες επειδή έχουν περιορισμένα κτήματα, σύμφωνα με το νόμο τα κρατούν μόνοι τους με την υποχρέωση να καλλιεργήσουν μόνοι τους. Για το λόγο αυτό οι γεωργοί δυσπιστούν αν θα πάρουν χωράφια. Το μεγαλύτερο μέρος του κάμπου ανήκει σε μικρούς ιδιοκτήτες οι οποίοι φοβούντε μη τους παρθούν τα χωράφια, οι περσότεροι απ΄αυτούς είναι στην Αμερική και έχουν την οικογένειά τους μόνο εδώ. Αν και ο νόμος έχει ξεχωριστή περίπτωση για τον τόπο μας, η απαλλοτρίωση εδώ δεν είναι εύκολη…»30(Έκθεση, 2.1.1946)

Και τα επόμενα χρόνια, έως και τις αρχές της δεκαετίας του 50, είναι τα χρόνια που γίνονται προσπάθειες για την ίδρυση γεωργικών συνεταιρισμών, η οικονομική κατάσταση δεν άλλαξε σχεδόν καθόλου. Τα γεγονότα της Γλύνας τέλη Δεκεμβρίου 1949, οι εκθέσεις, οι συζητήσεις στο Πολιτικό Γραφείο του ΚΕΑ και οι αποφάσεις που ελήφθησαν σ΄αυτή τη σύσκεψη, είναι καθρέφτης της οικονομικής, αλλά και πολιτικής κατάστασης στην ΕΕΜειονότητα αυτήν την εποχή.


Κοινοποίηση

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ

Live Stream

Coming Soon