Φωτογραφίζοντας κατά ριπάς στη Βόρειο Ήπειρο

Δημοσιεύθηκε: 24/12/2020 19:38 Τελευταία Ενημέρωση: 24/12/2020 19:38 Από: Tachydromos

Σερβιτζόγλου Μυρένα

Αυτά τα χώματα και αυτές οι θάλασσες. Αυτά τα σπίτια και αυτοί οι άνθρωποι. Αυτά τα ζωντανά και αυτά τα δέντρα. Τα ξωκλήσια. Τα καμπαναριά. Η πέτρα. Οι κορμοί και οι ρίζες. Αυτές οι χαράδρες και αυτά τα ρέματα. Που έσκυψες να πιεις νερό και σου καψαν τα χείλη. «Εκτελέστηκε αναπολόγητος και ανυπεράσπιστος από τα βέβηλα χέρια των Αλβανών παρτιζάνων». Αυτή η Βόρειος Ήπειρος.

ΠΗΓΗ:https://slpress.gr/

Αυτή τη γη φωτογραφίζουν κατά ριπάς οι αδελφοί Μπαρούτα από τη Δερβιτσάνη, όταν δεν βρίσκονται στη Θεσσαλονίκη για τις σπουδές τους. Κάθε φωτογραφία τους μία ριπή. Στο Πλατωνικό "Συμπόσιο" γίνεται η διάκριση ανάμεσα στον έρωτα και τον ίμερο. Έρωτας είναι να επιθυμείς αυτό που δεν έχεις, ίμερος είναι να ποθείς αυτό που έχεις. Ο Αναστάσης και Ανδρέας Μπαρούτας διακατέχονται από ίμερο για την πατρίδα τους. Συχνά-πυκνά ντύνουν τις φωτογραφίες τους με στιχάκια:

«Τα έρημα σπίτια μας λεν ιστορίες που αυτά μόνο ξέρουν.

Τα έρημα σπίτια πονούν κι υποφέρουν.

Κουφάρια του χρόνου που όρθια στέκουν τον χρόνο να φεύγει κοιτούν κι υποφέρουν.

Τα έρημα σπίτια θαρρείς πως μας βλέπουν και κάτι από μένα και κάτι από σένα θαρρείς ότι έχουν!»

«Πόρτα-πόρτα το όνειρο σου και όταν την περνάς, πρώτα-πρώτα να το ξέρεις, πίσω δεν γυρνάς!»

Για το οδοιπορικό από το χωριό τους, Δερβιτσάνη Δρόπολης, μέχρι το μπαλκόνι του Βούρκου, τη Δίβρη, παραμονές Χριστουγέννων και εν μέσω πανδημίας, ανήρτησαν στο Baruta Photography και ένα κείμενο για την ιστορία και την ομορφιά του τόπου τους.

«Ένα ακόμη κυνήγι με "νόημα" Όταν μπαίνει μέσα σου το μικρόβιο του κυνηγιού, θα βρεις τρόπο να κυνηγήσεις. Συνεχίζουμε και πάλι, ιχνηλατώντας τα δικά μας μέρη, γιατί όσο και να φεύγουμε μακριά τους κάτι θα μας τραβάει ξανά πίσω σε αυτά. Ειδικά, σε αυτά τα μέρη που ακόμη δεν έχουμε περπατήσει. Έτσι λοιπόν, η χθεσινή πορεία μας με αφετηρία τον κάμπο της Δερόπολης, και ο τερματισμός; Το μπαλκόνι του Βούρκου, το χωριό Δίβρη.

»Πρωί και έξω έντονη ομίχλη. Μια ψύχρα που σε δυσκόλευε να βγεις και να αφήσεις την ζεστασιά του κρεβατιού. Όλα αυτά όμως δεν θα μπορούσαν να μας σταματήσουν, απλώς τόνιζαν την παρουσία του χειμώνα.

»Βρεθήκαμε κάτω από το χωριό Βοδινό και ανεβήκαμε προς το χωριό του Κρα (Κουρα) μέσα σε ένα τερέν θαμνοκαλυμμένο. Κατά την διάρκεια της διαδρομής περάσαμε δίπλα σε στάνες. Γεμάτες με ζώα, δεν έχουν βγει ακόμη στα βοσκοτόπια. Γαυγίσματα από σκύλους, χλιμίντρισμα αλόγων και ο ήχος των κουδουνιών ήταν αυτά που έσπαγαν την μονοτονία που και που μέσα στην απόλυτη ηρεμία.

»Μετά από αρκετή ώρα ξεπρόβαλαν μπροστά μας τα πρώτα σπίτια του χωριού. Σπίτια αρχοντικά με τις πόρτες τους μανταλωμένες και οι αυλές τους έχουν χορταριάσει. Σου έδιναν την εντύπωση πως δεν υπήρχε ψυχή. Φωτογραφίζοντας και προχωρώντας στο επόμενο σταυροδρόμι, συναντηθήκαμε με μια γυναίκα. Κρατώντας τις αποστάσεις που επιβάλουν οι καταστάσεις συστηθήκαμε και ρωτηθήκαμε ποιος ο σκοπός μας στο χωριό της.

»Αλλά εμείς είμαστε πάντα περαστικοί και ζητήσαμε να μας δείξει το κέντρο και την εκκλησία ώστε να πάρουμε μια γεύση και να συνεχίσουμε για τον προορισμό μας. Πριν όμως αποχωριστούμε της ζητήσαμε να μας πει μια ιστορία, των "κυπαρισσιών" που βρίσκονται απέναντι από το χωριό, που έτυχε να ακούσουμε, αλλά δεν την γνώριζε. Όμως για καλή μας τύχη πιο κάτω ένας παππούς ο οποίος έχει ακούσει για την ιστορία και μας αφηγήθηκε ότι θυμόταν.

»Λένε, πως πριν από πολλά χρόνια έτυχε να περάσει από κει κάποιος παπάς ο οποίος κρατούσε ένα μπαστούνι από αυτό το είδος δέντρου το οποίο κάρφωσε στη γη ώστε να γίνει δέντρο. Έτσι, ακόμη και σήμερα παραμένει ένα μικρό δασύλλιο αυτού του είδους δέντρου το οποίο ξεχωρίζει στο υπόλοιπο δάσος. Ήταν κάτι το ξεχωριστό.

»Βγαίνοντας από το χωριό του Κρα ο δρόμος που θα μας οδηγούσε στην Άνω Λεσινίτσα συνέχισε να ήταν ανηφορικός. Αυτό ήταν κάτι το ιδανικό, γιατί μας έδωσε την ευκαιρία να αποθανατίσουμε με τον φακό μας το χωριό από διαφορετικές απόψεις. Και όχι μόνο το Κρα, αλλά και την Λεσινίτσα από την πίσω πλευρά. Από το παρεκκλήσι της Αγίας Παρασκευής φαινόταν τα αρχοντικά σπίτια της Λεσινίτσας τα οποία ήταν λες και σηκώνονταν ένα πάνω στο άλλο.

»Δεν ακουγόταν τίποτα εκτός το βουητό του χείμαρρου. Απέναντι μας οι βουνοκορφές ασπρίζανε από το χιόνι. Το τοπίο δασωμένο έχοντας κρατήσει ακόμη τα χρώματα του φθινοπώρου. Καλησπερίσαμε τους λίγους ηλικιωμένους κατοίκους και τον Σταυρό, διαδικτυακός φίλος που γνωριστήκαμε και από κοντά. Τον βρήκαμε να εργάζεται στο πολιτιστικό κέντρο του χωριού. Να το ομορφαίνει.

»Ένα χωριό τοποθετημένο κυριολεκτικά σε μια τεράστια γούρνα. Σε αμφιθεατρική μορφή χτισμένο στις πλαγιές των βουνών Κορυτιας και της Στουγάρας. Πάνω του μια λουρίδα ουρανός. Θαυμάσαμε το τοπίο. Κατεβήκαμε στη βρύση του Αγίου Γεωργίου, καθίσαμε και στρώσαμε το μεσημεριανό μας. Δίπλα στα γάργαρα νερά και κάτω στην σκιά μιας τεράστιας βελανιδιάς.

»Χορτάσαμε ακούγοντας το νερό. Ποιος να φανταζόταν όμως πως για δύο ώρες ακόμη θα το είχαμε για συντροφιά αυτό το βουητό; Τελειώσαμε και συνεχίσαμε και πάλι το ταξίδι μας δίπλα στον χείμαρρο.

»Περάσαμε πάνω από πετρόχτιστα γεφύρια, επισκεφτήκαμε εκκλησιές και μοναστήρια. Χωριά έρημα που ο χρόνος έχει φθείρει την αρχοντιά τους. Ο Άγιος Αθανάσιος, ένα τεράστιο μοναστήρι που κατέρριψε στη διάβα των χρόνων. Στέκουν οι τοίχοι μόνοι τους. Θα πάρει κάποτε ξανά ζωή αυτός ο τόπος ή θα το καλύψει η βλάστηση μετα τις ελάχιστες εργασίες; Στην πλάγια αντίκρυ μας ένα μεγάλο κτίριο. Έλειπε η στέγη του. Στρατώνας σκεφτήκαμε θα ήταν. Όμως ήταν το σχολείο της Κάτω Λεσινίτσα.

»Η διαδρομή μας ήταν μέσα σε χαράδρα. Γύρω μας κρέμονταν στις πλαγιές των βουνών παραδοσιακοί οικισμοί που έδειχναν να έχουν πέσει σε χειμερινή νάρκη. Σε κάποιο άνοιγμα, καθρέφτιζε στα νερά της λίμνης ο ουρανός. Ήταν η λίμνη της Κάτω Λεσινίτσας.

»Περάσαμε δίπλα από έναν μικρό υδροηλεκτρικό σταθμό και σε κάποια στιγμή μπροστά μας αχνοφαίνονταν το νησί των Φαιάκων. Η Κέρκυρα με την κορυφή του Παντοκράτορα. Αυτό σήμαινε πως σιγά σιγά βγαίναμε από την χαράδρα και ο δρόμος μας έβγαλε σε ένα όμορφο λιβάδι. Απομακρυνόμασταν από τον ήχο των νερών και αρχίσαμε να ακούμε τα βελάσματα των νεογέννητων αρνιών. Απολάμβαναν την ελευθερία τους στο χαμηλό φως του ήλιου.

»Απέναντι μας πλέον κοιτάγαμε την Μόνη Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου και πιο πάνω το χωριό Μάλτσανη. Μεγάλη Μονή. Κοιτάζοντας την ένιωθες κάτι το διαφορετικό σε σχέση με την προηγούμενη Μονή. Κάτι το δυνατό. Φαινόταν σε καλή κατάσταση εξωτερικά. Όμως, η πλατεία του Θεολόγου, στο χωριό Τσερκοβίτσα, έρημη και σε μια κατάσταση που δεν θύμιζε τίποτε από το σήμερα.

»Οι συναντήσεις μας με τους λίγους κατοίκους συνεχίστηκε και στα χωριά του Αγίου Ανδρέα και Κουλουράτι. Μας δίνανε δύναμη και συνεχίζαμε. Δεν το βάζουν κάτω. Ηλικιωμένοι που ακόμη εργάζονται. Τους βρήκαμε να μαζεύουν ελιές, να βόσκουν τις κατσίκες τους. Δεν ησυχάζουν. Έτσι είναι μαθημένοι αυτή η γενιά! Ο ήλιος έπεφτε και εμείς θέλαμε να δούμε το ηλιοβασίλεμα από την Δίβρη.

»Όταν φτάσαμε αντιμετωπίσαμε για μας μία ιδιαίτερα μελαγχολική ατμόσφαιρα τυλιγμένη από σύννεφα διότι δεν μας άφησε να απολαύσουμε την δύση του ήλιου . Όμως η καλή διάθεση δεν έσβησε. Στο κέντρο το οποίο ήταν μαζεμένα γεροντάκια απολαύσαμε τον καφέ μας σε ένα από τα καφενεία και επιστρέψαμε με ακόμη μία ανάμνηση.

Αναγνώστη, αν κάποτε σου δοθεί η ευκαιρία να επισκεφτείς αυτά τα μέρη άρπαξε την και μην την χάσεις. Είμαστε σίγουροι πως και εσύ θα νιώσεις πολλά. Θα αισθανθείς την ελευθερία σε αυτό το μεγαλείο και τα συναισθήματα που θα σε κυριεύουν θα ναι πολλά . Θα γνωρίσεις τον τόπο μας/σου. Θα δώσεις χαρά σε αυτούς τους λίγους μόνιμους κατοίκους μόνον με την παρουσία σου. Την έχουν τόσο πολύ ανάγκη!».

Κοινοποίηση

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ

Live Stream

Coming Soon